Περιγραφή Επιστροφή από την επαρχιακή οδόΕίναι αλήθεια·δεν υπάρχει αρκετή ομορφιά στον κόσμο.Ξεκινήσαμε αργά.Το φως γλιστρά στις άκρεςτων δαχτύλων με μια ακαριαία κίνησηπου την ονομάζεις γελώντας το πέταγμα της σερπαντίνας.Η νύχτα στην εξοχή έχει την ποιότητατων πρώτων λεπτών στο σκοτάδιόταν τα μάτια ανοιγοκλείνουναναμένοντας μια οικειότητα που αναβάλλεται.Όταν το φεγγάρι δεν ανατέλλει,γινόμαστε τα φώτα του κινούμενου τοπίουκι αντικρίζουμε τα καύκαλα, τα κελύφη και τα κόκαλατη στιγμή ακριβώς που θρυμματίζονται κάτω απ’ τη ρόδα.Με τέτοιους ήχους αποκοιμιέσαι.Η αναπνοή σου στο διπλανό κάθισμαμ’ αγγίζει ανεπαίσθητα εκεί όπουπριν λίγο υπήρχε μόνο υποψία.Αναπνέω μαζί σουκι αποφασίζω να οδηγήσωχωρίς σταματημόπέρα απ’ την επαρχιακή οδόμε τις σκοτωμένες αλεπούδεςκαι τους άπνοους σκαντζόχοιρουςαφημένους στον χρόνοπου θέλει το σώμα για να λιώσει.Θα εξακολουθήσω να οδηγώακόμα κι όταν ο δρόμος τελειώσει· στη θάλασσα—