Το βλέμμα της ήταν επίμονο σαν να με ρωτούσε εναγώνια γι' αυτή την εφιαλτική διαδρομή της ζωής μου. Αλλά και απολογητικό συνάμα, σαν να προσπαθούσε να μου ζητήσει συγγνώμη. Αν και οι λέξεις ποτέ δεν είχαν πολύ μεγάλη σημασία μεταξύ μας, διέκρινα τώρα την προσπάθειά της να μου μιλήσει. Ίσως τώρα να χρειάζονταν τα λόγια για να συγκεκριμενοποιήσουν τον χρόνο της απουσίας. Η τεράστια ευτυχία που κατέλαβε για λίγο το εσωτερικό μου φαινόταν σαν μια ανέφικτη ευτυχία. Μπορεί προς στιγμήν να μηδένισε τον χρόνο και να τον πήγε εκεί που είχε σταματήσει. Μετά όμως ο χρόνος αμβλύνθηκε και με ξανάφερε στην πραγματικότητα αχρηστεύοντας τον ενθουσιασμό μου. Δεν ήμασταν πια οι ίδιες. Η σχέση μας είχε χάσει την ισορροπία της κι εμείς ήμασταν πια πολύ κουρασμένες. Και αυτό αποδεικνυόταν μ' αυτή την ξαφνική μας συνάντηση. Είχε περάσει τόση ώρα και δεν είχαμε αγκαλιαστεί, δεν είχαμε φιληθεί, δεν είχαμε πει ούτε μια λέξη. Η αμηχανία μας έδειχνε καθαρά και τη δυσκολία της επικοινωνίας μας. Η συνάντησή μας ήταν μάλλον... τραγική!