"Πάτσγουορκ χωρίς ραφή", ένα πάτσγουρκ καρδιάς. Το ομολογεί η ίδια η συγγραφέας, το εισπράττει ο αναγνώστης από τις πρώτες κιόλας σειρές του βιβλίου. Ποίηση, πεζογραφία, μικρές αυτοτελείς νουβέλες Δύσκολο να αποφασίσει κανείς που θα κατατάξει την πρώτη αυτή λογοτεχνική απόπειρα της Ρούλας Μίχου Κοσκινά. Και ύστερα, τι είναι αυτό που διαβάζουμε και μας συγκινεί, μας αφορά, μας θυμίζει Ψυχογράφημα, ονειροπολήσεις, ερμηνείες ονείρων, ρεαλιστικές καταγραφές που γλιστρούν στο υποσυνείδητο για να αντέξουν το βάρος της κοινοποίησης Η συγγραφέας επιχειρεί μια γραφή σύνθετη, αντιπαραβάλλοντας την πραγματικότητα με τις αναμνήσεις, τις μικρές, ανεπαίσθητες κινήσεις της καθημερινότητας με γεγονότα που ανατρέπουν και καθορίζουν τη ζωή. Έρωτες , απώλειες, πένθη, πρόσωπα αγαπημένα, εμπειρίες τραυματικές, αισθήσεις λυτρωτικές και βασανιστικές, αισθήματα, εικόνες, μνήμες, στιγμές: Είναι τα υλικά του "πάτσγουορκ", που υφαίνεται μεθοδικά με βελονιές κοφτές, ελλειπτικές, άλλοτε σκεπάζοντας και άλλοτε αφήνοντας εκτεθειμένα τα μέλη. Ένα μυθιστόρημα τεμαχισμένο σε μικρά, σύντομα, κεφάλαια, μια κωδικοποιημένη βιογραφία, που συντίθεται από ισχυρούς ή λεπταίσθητους κραδασμούς. Η ηρωίδα του βιβλίου διεκδικεί "να είναι ό,τι θέλει". Αντιδρά στους καθωσπρέπει περιορισμούς, στις μικροαστικές "κανονικότητες". Ονειρεύεται τον ήλιο, ταξιδεύει γρήγορα, αναζητάει την ουσία στις σχέσεις, γυρίζει την πλάτη στην συμβατικότητα. Καταφεύγει στην θαλπωρή των αναμνήσεων όπως το μικρό παιδί στην αγκαλιά της μάνας. Και την ίδια στιγμή την εγκαταλείπει, για να κρίνει με την απόσταση του χρόνου και του επεξεργασμένου, αναλυμένου, αισθήματος. Η συγγραφέας αφηγείται χωρίς να εξιδανικεύει, συμφιλιωμένη με τις λέξεις, με την αγωνία και τη μελαγχολία τους. Το "Πάτσγουορκ χωρίς ραφή" ηχεί σαν ένα τραγούδι. Ένα ποτ πουρί με "ιτιά, ιτιά μοσχοϊτιά", "φραγκοσυριανή" και "imagine". Μαρία Κατσουνάκη