Περιγραφή Ο Λουκάς Αξελός, στο Σθένος των Λέξεων, την νέα και πέμπτη κατά σειρά ποιητική του συλλογή που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις «Στοχαστής», κινείται με περίσσεια άνεση εντός των χωρικών του υδάτων, εκείνης δηλαδή της θεματολογίας που έχει σφραγίσει την μέχρι τώρα πορεία του. Διαβάζοντας κανείς τους στίχους του, αρχικά συμπορεύεται μαζί του στην διαρκή προσπάθεια επίλυσης του μυστηρίου της γυναικείας ομορφιάς και σαγήνης. Ένα θεμελιώδες ποιητικό κεφάλαιο για εκείνον, το οποίο και παραμένει ένα εξίσου θελκτικό όσο και βασανιστικό ερώτημα, χωρίς όμως ουσιαστική αξίωση απάντησης. Καθώς όπως θα γράψει «για τις πράξεις ή παραλείψεις των ωραίων Γυναικών,/για το κόστος της προδοσίας,/οι γνώσεις μας είναι εμφανώς/περιορισμένες έως ελάχιστες». Συμπορεύεται μαζί του, όμως, και σε μια διαδρομή με σύντομες στάσεις στην πορεία μιας ζωής που διψά για «περίφραξη» της ομορφιάς μιας εικόνας, της στιγμής εκείνης που διαποτίζεται με την έννοια του φευγαλέου, του άπιαστου. Μιας εικόνας όχι απαραίτητα όμορφης με την αντικειμενική του όρου έννοια, αλλά όμορφης μέσα στην γυμνή αλήθεια της. Σε κάθε ποίημα αναβλύζει η επιθυμία του γράφοντος να αιχμαλωτίσει με λέξεις την εικόνα ως όλον, ως την απόλυτη έκφραση μιας στιγμής, που άλλοτε παίρνει την μορφή ενός δολοφονημένου τσαλαπετεινού που σαν φάντασμα τριγυρνά στα δάση την νύχτα του Δεκαπενταύγουστου, άλλοτε την μορφή μιας γυναίκας, ενός φιλιού και της αλμυρής απόλαυσης ενός ψημένου καλαμποκιού, άλλοτε της φύσης, της καμένης και βουβής, της διπλά θανατωμένης από την φονική φωτιά στο Μάτι και άλλοτε την μορφή της ίδιας της ζωής που αφήνει τον άνθρωπο χωρίς αποσκευές, σαν φτερό στον άνεμο, εκτεθειμένο στο κενό… O Αξελός, παράλληλα, συνθέτει, ποιήματα που μιλούν εν γένει για την γλώσσα και την γνώση και την εν δυνάμει σχέση του υποκειμένου που γράφει με τα δύο αυτά εργαλεία, πάντοτε με μια παιγνιώδη και στοχαστική διάθεση, έτσι ώστε αυθόρμητα να γεννώνται στο χαρτί στίχοι που άλλοτε προσομοιάζουν σε γνωμικά θυμοσόφων και άλλοτε δημιουργούν λυρικές εικόνες εξέχουσας αρμονίας και διαύγειας. Όπως στο ποίημα «Η Σπάνις των Ονείρων» που τόσο παραστατικά και με υφέρπουσα ειρωνεία περιγράφει την πνευματική ένδεια των ανθρώπων. Οι οποίοι και αναζητούν να αγοράσουν με όρους φθηνής αγοραπωλησίας το Όνειρο, όταν κάποιοι άλλοι το βρίσκουν ανοίγοντας απλά ένα βιβλίο: «Η επιβεβαιώμενη σπάνις των ονείρων/δημιουργεί προβλήματα/στους κατασκευαστές τους,/που αναζητούν τρόπους/χαμηλού ή μηδενικού κόστους./Σε περίοδο που η αγορά των ονείρων/έχει φτάσει στα ύψη/τα προβλήματα αυτά είναι δυσεπίλυτα./Φυσικά, υπάρχουν κάποιοι/με πλεονάζοντα έσοδα•/ως εκ τούτου,/η αγορά τους δεν προσκρούει/σε εμπόδια υλικής τάξεως./Οι πλείστοι όμως/γυρίζουν με άδεια χέρια/και από αυτούς ελάχιστοι,/αδυνατώντας να κοιμηθούν,/χτυπάνε τις πόρτες των βιβλίων/που, μακριά από κάθε λογική αγοραπωλησίας,/είναι τα μόνα πια/που μπορούν/και δανείζουν δωρεάν/τα όνειρα.»