Σπάει τα τζάμια που καθρεφτίζουν τον φόβο η στιγμή. Γίνεται άνεμος σκέψεων που πότισε η καρδιά σε κάθε θάλασσα. Κυλά στο κορμί σου με πάθος ο έρωτας, να νικήσει τον θάνατο με την αγάπη.
Φοβισμένο τ’ όνειρο ιδρώνει στη γωνία του εγωισμού, γίνεται άγαλμα στην πλατεία της μοναξιάς, γίνεται ανθός που περιμένει δίχως να δίνει το άρωμά του. Γίνεται ιδρώτας ερωτικής ανάσας.
Κυλά η σκέψη του ποιητή στο σώμα από της ψυχής το τραγούδι, γέρνει στην αγκαλιά της ροής της γραφής και ανασαίνει έρωτα. Ζωγράφισε στα χείλη σου τη δροσιά να στάζει στις αισθήσεις, να ξυπνήσουν τα αγάλματα της σκλαβιάς του νου και να χορέψουν τη ζωή.
Ξεσηκώθηκε η μοίρα στα χέρια σου, ζωγραφίζει τον ουρανό σου με της καρδιάς τον λόγο, με της ψυχής το τανγκό. Ιδρώνει η ύπαρξη, μα τραγουδά τον τελευταίο στίχο.