Περιγραφή "Έτσι ο Αντώνης φόρτωνε κάθε μέρα το πρωί ένα καρότσι ασβέστη και με τα πόδια σέρνοντάς το από δύο λουριά που περνούσε κάτω από τις μασχάλες του, το πήγαινε στο Μενίδι, το ξεπουλούσε όλο και γύριζε στην Κοκκινιά με ελαφρύ πια καρότσι. Δεν ήταν και πολλά τα κέρδη του ασβέστη. Αυτό γινόταν κάθε μέρα, πολλές φορές και Κυριακές όταν ο καιρός ήταν καλός. Στην οικογένεια το φαγητό δεν έλειψε εκείνη την περίοδο. Ο Αντώνης αυτά δεν τα άφηνε. Για σκέψου όμως κάθε μέρα με τα πόδια φορτωμένο καρότσι με πολλά καντάρια ασβέστη - κάθε καντάρι σαράντα τέσσερις οκάδες - Κοκκινιά Μενίδι".
Ο συγγραφέας, σ’ αυτό το πρώτο του μυθιστόρημα, ζωντανεύει τις διηγήσεις των δικών του, την περιπέτεια των προσφύγων, τον μόχθο, την αγωνία, μα και τις χαρές τους. Είναι ένα έργο βιωματικό, τα γεγονότα αληθινά, οι περιγραφές ρεαλιστικές, οι ήρωες φαινομενικά ασήμαντοι, κρύβουν ο καθένας τους μια μοναδική ιστορία. Μία περίοδος δύσκολη για την Ελλάδα αναδύεται μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, που αποτελεί μια κατάθεση ψυχής του αφηγητή.