Περιγραφή Με το προσωπικό συνειρμικό του ύφος, τις λέξεις, την βάση του φωνήματος ή της αφωνίας, άλλοτε τις υμνεί, άλλοτε τις καταβαραθρώνει, μιλώντας πάντα για την δύναμή τους, την ικανή να νοηματοδοτήσει κάθε έκφανση της έσω και έξω ζωής, ενώ ταυτόχρονα αυτές νοηματοδοτούνται από τις εικόνες, τις σκέψεις, τις ανάγκες, τις συμπεριφορές του ανθρώπου, δίνοντας ακόμα και στα άψυχα ανθρωποποιητική λεκτική υπόσταση. Οι λέξεις ποτέ δεν καταγράφονται, δεν ομολογούνται στο κείμενο, "υπάρχουν", ζωντανές, "αστραποβόλες", όπως γράφει ο ίδιος στο κείμενο. Ο λόγος του χειμαρρώδης σε πολλά μέρη του κειμένου συνθέτει αυθόρμητες, ανεπιτήδευτες ομoιοκαταληξίες καθώς επιδιώκει την προσωπική του μουσικότητα. Το έργο διαμορφώθηκε και πήρε την τελική μορφή του μετά τον θάνατο του συγγραφέα.