Περιγραφή Η οθόνη ήταν ένα τεράστιο λευκό πανί. Από ένα μικρό παραθυράκι μια δέσμη φωτός έπεφτε στην οθόνη και έτσι εμφανιζόταν η Χιονάτη. Το φόρεμά της ήταν κόκκινο και αυτή ολόλευκη. Όλα ήταν μαγικά. Ώσπου εμφανίστηκε η μητριά. Μου φάνηκε τρομακτική. Προσπάθησα να συγκρατηθώ, αλλά φοβόμουν πολύ. Όλο το σινεμά είχε παγώσει, ή τουλάχιστον, έτσι νόμιζα. Γύρισα προς τον πατέρα είδα το προφίλ του. Δεν είδα το βλέμμα του ούτε το ύφος του. Πάντως αυτός δεν φοβόταν μάλλον. Κρατήθηκα να μην του πιάσω το χέρι και καταλάβει την τρομάρα μου. Ξαναγύρισα τα μάτια μου στην οθόνη, αλλά η μητριά, η κακή μάγισσα, με κάθε ευκαιρία παραμορφωνόταν απαίσια. Γινόταν τεράστια. Καταλάμβανε όλη την οθόνη. Δεν κρατήθηκα και έβαλα τις παλάμες μου στα μάτια. Όταν έπαψε να ακούγεται η φρικτή φωνή της έβγαλα τις παλάμες απ' τα μάτια μου. Ο πατέρας είχε περάσει το χέρι του στον ώμο μου. Ποτέ δε θα μάθω αν το έκανε γιατί είχε καταλάβει την τρομάρα μου, ή η κίνησή του αυτή ήταν ενστικτώδης. Τα μάτια μου είχαν βουρκώσει.