Περιγραφή Η Λ Ι Α Ν Θ Ο ΙΠονάνε οι άνθρωποιΤο πιο μεγάλο τους χαμόγελο φορούν για να το κρύψουνΜ’ ένα δεν βαριέσαι, ξεγλιστράνε απ’ τη δυστυχία τουςΣαν ηλίανθοι που αναγκαστικά κοιτάζουνε τον ήλιοΜε την πρώτη βροχή γέρνουν το κεφάλιΜα ο σπόρος τους γεμάτοςΚαι ντύνονται τα δάκρυαΓια κουκούλα σκεπάζονται μια ψεύτικη δύναμηΚι αρνούνται να λυγίσουνΣαν βρέφη ν’ αγκαλιάσουνε τα πόδια τους να κοιμηθούνΝα αφήσουν την απογοήτευση να ξεχυθεί στα μάτιαΚι ο ήλιος τους ποτέ δεν ανατέλλει γιατί τον κρύβουνΑν δεν δύσεις, πώς θα γεννηθείς ξανά,Κ Α Θ Α Ρ Σ ΗΌταν σε φίλο τις μύχιες σκέψεις ακουμπήσεις κι επίκριση δενλάβειςΣαν εξομολόγηση που κανένας δεν είν’ αγιότερος από τον άλλοΌταν δίχως να σε δουν προσφέρεις κι ας μην έχεις αύριο ούτε κι εσύ.Κάθαρση ’ναι μάτια μου στη θάλασσα ν’ αφεθείςΣτο κύμα να ξαπλώσεις σαν να γεννήθηκες ξανάΒρέφος αμόλυντο κι άσπιλο που κλαίει γοερά γιατί αυτό ξέρειόταν πονάΤο λάθος σου να τ’ αγκαλιάσεις και να σε συγχωρέσειςΣαν να παίρνεις ξανά την πρώτη σου ανάσαΣκέψεις σαν ιστός αράχνηςΣκοτάδι ο νους και ψάχνει λίγο φωςΌσα όφειλες μα δεν τόλμησες ποτέΌσα θέλησες μα δικά σου δεν ήταν για να τα κατέχειςΆφεση από άλλους μη ζητείςΑνθρώπους πολλούς, φίλους και μικρούς θεούςΑπό σένα μόνο που κατάφερες να σ’ αδικείς μαζί με τους πολλούς τους άλλους.