Ονομάζομαι Άννι Έντσον Tέιλορ. To 1901 έκλεισα τα εξήντα τρία. Επέζησα από έναν καταρράκτη, έναν γάμο, δύο κηδείες, τρεις εραστές.
Η ζωή μου βαρέλι που κατρακυλά. Ο άντρας μου παρέμεινε για μένα ένας ξένος. Φορούσε μακριά σώβρακα κι έσβηνε το κερί το βράδυ. Όσο για μένα τις νύχτες ταξίδευα πολύ. Το πρωί η νυχτικιά μου πάντα λασπωμένη. Ένα βράδυ ξύπνησα σ’ άλλο κρεβάτι. Μέσα στον ύπνο, βλέπετε, μπερδεύει κανείς τις διευθύνσεις. Ποια είμαι δεν έμαθα ποτέ. Στο τάφο μου ας γράψουν: Άννι Έντσον Τέιλορ Η μόνη πραγματική συγκίνηση που ένιωσε ποτέ ήταν όταν έπεσε στους Καταρράκτες. Κι όταν έγραψε το πρώτο της ποίημα.