Περιγραφή Η απόπειρα ορισμού της αναλυτικής μεθόδου συναντά ευθύς εξ αρχής την αντίθεση ανάμεσα στο στοιχείο μιας ελεγχόμενης οργάνωσης, όπως υποδηλώνει ο όρος "μέθοδος", και την παραίτηση από τον έλεγχο, όπως προϋποθέτει ο ελεύθερος συνειρμός. Χρειαζόταν ασφαλώς αυτό το παράδοξο ενός μεθοδικού παραλογισμού προκειμένου να ανοιχτεί το Ασδ σε μια ορθολογική διερεύνηση. H μέθοδος, στην εμμένειά της, συνταυτίζεται με τον τρόπο με τον οποίο ο ψυχισμός αποδεικνύεται ικανός να παραγάγει μια συνειρμική ακολουθία όπου και να εντοπίσει εκ των υστέρων μια ασυνείδητη λογική. Aν το καλοσκεφτείς, η μέθοδος δεν διακρίνεται ευκρινώς από τη θεωρία του ψυχισμού, βάσει της οποίας μπορούμε να ερμηνεύσουμε την ακολουθία και να συλλογιστούμε τη θεωρητική υπόθεση του Ασδ. Από αυτή την άποψη, με την Ερμηνεία των ονείρων ο Φρόυντ έφτασε μέχρι τα θεμέλια: η αφήγηση των ονείρων και η ερμηνεία τους προεκτείνονται στη θεωρητικοποίηση της διεργασίας που τα παράγει. Σε ένα άλλο επίπεδο, η μέθοδος εμφανίζεται για να κάνει τη σύνδεση ανάμεσα σ’ αυτή τη φροϋδική επινόηση, την επιστημονική -θετικιστική- αναφορά της και τις απαιτήσεις μιας πρακτικής η οποία, ως εφαρμόσιμη ιατρική τεχνική, είχε ανάγκη να δώσει αποδείξεις της εγκυρότητάς της. Οπότε, στην κλίμακα του αναλυτικού προτάγματος, η μέθοδος παρουσιάζεται ως η ελεγχόμενη ενεργοποίηση των συνθηκών διαμέσου των οποίων ο ελεύθερος συνειρμός αποδεικνύεται πραγματοποιήσιμος, ερμηνεύσιμος και ευεργετικός. Μια αντίφαση αναφαίνεται, μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ανάμεσα σε όσες στηρίζονται στην κεκτημένη γνώση, θεωρητική και πρακτική, και όσες επιτάσσουν να τεθεί υπό αναστολή αυτή η γνώση, προκειμένου να είναι αυθεντική η συνάντηση με το Ασδ. Διότι η γνώση τείνει να προκαθορίσει την τελικότητα της εμπειρίας ή και να προσδώσει μια σχεδόν προγραμματική διάσταση στη μέθοδο. Εξ ου και η σπουδαιότητα μιας αρνητικής λειτουργικότητας, ώστε να διαφυλαχθεί η απώλεια των συνηθισμένων σημείων αναφοράς του νοήματος την οποία συνεπάγεται η μοιρασμένη από κοινού συνειρμική διαδικασία· καθώς και η διάσταση του τυχαίου μεθύστερου όπου τοποθετείται η απόπειρα ερμηνευτικής νοηματοδότησης. Έτσι, πέρα από την κυμαινόμενη ακρόαση, γίνεται λόγος για μια πολυμαθή άγνοια (Λακάν) ή για μια αρνητική ικανότητα (Μπίον) που είναι εν δράσει στον αναλυτή. Η αντίφαση αυτή εκδηλώνει την ανάγκη μιας λειτουργίας τρίτου, την οποία θεωρείται ότι εγγυάται η μέθοδος. [Κεφάλαιο 1, Από τον θεμελιώδη κανόνα στην αναλύουσα κατάσταση]