Περιγραφή Η Ελλάδα εξήλθε απομονωμένη και καθημαγμένη από την εθνική συμφορά της Μικράς Ασίας και αυτό αποτελούσε τη βασική διπλωματική πρόνοια του Ελευθέριου Βενιζέλου, ο οποίος θεωρούσε τότε το Βασίλειο Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων ως την πιο κατάλληλη πύλη διεξόδου. Το Βελιγράδι, όμως, αντιμετώπισε από θέση ισχύος την Ελλάδα. Σταθερός προβαλλόμενος στόχος του ήταν η ελεύθερη πρόσβαση στον λιμένα της Θεσσαλονίκης και, γενικότερα, ο προσπορισμός διευκολύνσεων, λόγω της πλεονεκτικής γεωγραφικής θέσης της στην περιοχή για την ανεμπόδιστη διεξαγωγή εμπορίου. Αλλά ο ουσιαστικός του εθνικός σκοπός ήταν το Μακεδονικό Ζήτημα. Για αυτό το Βελιγράδι ασκούσε φορτικές πιέσεις για την αναγνώριση της σλαβόφωνης μειονότητας στη Βόρεια Ελλάδα και κυρίως στη Μακεδονία (την οποία θεωρούσε τότε σερβική) σε μία ευαίσθητη περιοχή λόγω της εδαφικής και εθνολογικής κατανομής της και της περίπλοκης πληθυσμιακής σύνθεσης. Το 1925, η σερβική πλευρά έθεσε επιτακτικά το ζήτημα της σλαβόφωνης μειονότητας στην Ελλάδα, την οποία κάλεσε να συμμορφωθεί με τις διεθνείς προσλήψεις, αλλά η Ελλάδα δεν ήταν διατεθειμένη να αναγνωρίσει σλαβόφωνη μειονότητα στα βόρεια τμήματά της, όπου οι σλαβόφωνοι δεν υπερέβαιναν το 11% του πληθυσμού. Όλα αυτά τα πραγματεύεται με επιστημονική προσήλωση στο βιβλίο του, το οποίο συνδράμει στη μελέτη του περίπλοκου Μακεδονικού Ζητήματος τη δεκαετία του 1920. Ο συγγραφέας ανατρέχει σε πρωτογενές ιστορικό υλικό και σε αρχειακές συλλογές της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας.