Περιγραφή Λίγο πιο κει, απέναντι από την Κηφισίας ήταν το ίδρυμα. Κι από κει ερχόντουσαν να παίξουν. Ανάπηροι που τσουλούσαν το καρεκλάκι τους σ' όλη την κατηφόρα μπροστά από το γηροκομείο και μέχρι τον Κατράτζο για να στρίψουν και να μπουν κάτω απ' τη διάβαση, να φτάσουν στο μαγαζί και να αναζητήσουν το όνειρο. Το δικό τους, αυτό που η μοίρα τούς είχε δεσμεύσει. Ανάπηροι συνήθως στα πόδια, ατημέλητοι και βρόμικοι, με τη στολή της δουλειάς θα έλεγε κανείς, αφού οι περισσότεροι επαιτούσαν έξω από εκκλησίες και κεντρικά καταστήματα. Με μαύρα νύχια, πολλές φορές σκισμένα παπούτσια, αταίριαστα ρούχα που κάποια κυρία τούς είχε πάει στο ίδρυμα, μπαινόβγαιναν πολλές φορές την ημέρα μέσα στο παράνομο καζίνο δίπλα στην Εμπορική. Κάθε που τους τελείωνε το χαρτζιλίκι, ξανάφευγαν. Εξορμούσαν στην πόλη και να 'στε σίγουροι πως είχαν πολλούς τρόπους για να βρουν λεφτά.