Περιγραφή Υποδήλωση κλειστότητας που επιζητά το άνοιγμα, μία αναδημιουργία. Όμως το συντελεσμένο είναι που παρακινεί, το ίδιο το δεδομένο. Έτσι η φαντασία του ποιητή δεσμεύεται από την ειλικρίνεια του. Περισσότερο και από το μεταστοιχειωτικό βλέμμα του, αυτός είναι το ίδιο το ορατό, επίκεντρο του οποίου είναι ο θάνατος. Η αποκαλυψιακή, μόνον κατά γράμμα συμβολιστική γλώσσα του ποιήματος απλώνεται με γνήσια λογοτεχνική αυτοτέλεια και επιδεξιότητα, οργανώνει και συνθέτει την ενθαδικότητα της ύπαρξης με μία σχεδόν φιλοσοφική αντικειμενικότητα αλλά και με συναισθηματική πληρότητα, επιτυγχάνει δηλαδή μία εκλεκτή αρμονία. Το ποίημα στηρίζεται σε μία αινιγματική απεύθυνση, δίχως πραγματικό υποκείμενο και πραγματικό αντικείμενο. Η εικονοπλαστική δύναμη του λόγου –το κατεξοχήν ιδιαίτερο γνώρισμα της ποιητικής της Ειρήνης Βακαλοπούλου– χρησιμοποιεί κάθε μέρος της οργανώσης του μέσα σε μία ενιαία αφήγηση με χαρακτήρες τα ίδια τα σύμβολα. Ο λόγος εξαπολύει αιχμηρά θραύσματα, που αντιστρέφουν την ρομαντική (ιδεαλιστική) εικόνα ως τα όρια της βιαιότητας. Κάθε υπόσχεση καταλύεται από την τε-λευταία άρνηση. Κάθε σκοτεινό στίγμα ποιεί φως. Κάθε κατάφαση εκδικείται. Ξανά και ξανά μέσα στην αιώνια επιστροφή των δυνάμεων που συντηρεί και διαλύει. Το πρόσωπο αναδημιουργείται μέσω της γεωγραφίας της μνήμης των νεκρών, κι αυτό κατ’ ανάγκην αποκαλείται ζωή ή αγάπη. Το μάγμα του παθητικού πένθους γίνεται σπορά για κάθε μελλούμενο ύμνο. Δίχως καμία αμφιβολία, στην ποίηση της Ειρήνης Βακαλοπούλου, η μεγάλη παράδοση του κεντροευρωπαϊκού υπαρξισμού στην ποίηση, βρίσκει μία πλήρη έκφραση.Φως,όταν διέσχισες την κατάπληξηνικήθηκες μυδρίαση οφθαλμούνεκρή φύση ο εντυπωσιασμόςπεριέχεις τ’ αδέλφιατην ψυχή της ύληςτην κοίλη μορφή της σκέψηςτο παλιό καρφωμένο στον τοίχο καπέλο.