Περιγραφή ΚΑΙ ΟΜΩΣ Ο ΓΛΑΡΟΣΔΕΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕ ΤΗΝ ΑΥΓΗΜεθυσμένο το κεφάλι μουΣκάλωσε η μορφή σου μέσα τουΚαι αρνείται επίμονα να φύγειΜε κυνηγάς παντού, όπου και εάν πάωΤα χρώματα τα αζωγράφισταΠλέκεις μέσα στη ματιά σουΕκείνης της αυγής – θυμάσαι,Κι εγώ διαπράττοντας πάλι την ύβρινΒουτάω μέσα τηςΚαι προσπαθώ να σε αγκαλιάσωΌσο διαρκεί το συννεφοπερπάτημά σουΜα τη στιγμή που η ασεβήςΜια χαραμάδα σαν να διακρίνωΓια να τρυπώσω για λίγο στα έγκατά σουΕσύ πετάς πια πέρα στο ΓαλάζιοΒάφοντας με χρυσόσκονη τα φτερά σου.