Περιγραφή Έκλεισα την πόρτα κι ακούμπησα πάνω της. Ένα κύμα ναυτίας με σάρωσε για μια στιγμή κι αμέσως αποτραβήχτηκε. Όμως θα ξαναρχόταν. Κοίταξα γύρω μου με αγριεμένα μάτια. Στο σαλόνι φτερούγιζαν χιονονιφάδες που έμπαιναν απ’ το ανοιχτό παράθυρο. Ο άνεμος σφύριζε και τις στροβίλιζε κι έτριζαν σαν στατικός ηλεκτρισμός και λαμπύριζαν στο λιγοστό φως. Το σπίτι ήταν ψυγείο. Ανατρίχιασα ολόκληρη. "Μα πώς άνοιξε το παράθυρο " αναρωτήθηκα. Στο περβάζι του είχε στοιβαχτεί ήδη χιόνι, και πάνω του υπήρχαν μικρές λακουβίτσες. Δεύτερο κύμα ναυτίας με χτύπησε. Μόλις υποχώρησε πέρασα τρέχοντας το σαλόνι και μπήκα στην κρεβατοκάμαρα. Ακούμπησα πάλι στην πόρτα κι έκλεισα τα μάτια μου. Όταν τα ξανάνοιξα είδα μια μαύρη γάτα πάνω στο κρεβάτι μου. Τα γόνατά μου κόπηκαν, και κάποιος έσβησε τα φώτα.