Περιγραφή Η Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ ΗΟ σωσίας του βρισκόταν ήδη εκείΜε τη βαλίτσα αφημένη κάτω καιΜε το βλέμμα χαμένο να κοιτάζειΤη ρεσεψιόν, με λένε Ντράγκο, είπεΠαίρνοντας το κλειδί και γρήγοραΠερνώντας στη συνομιλία, μπορείςΝα φανταστείς έναν άνθρωπο χωρίςΤο είδωλό του, Ή μην και νόμισες ότιΖωή και θάνατος καλείται άλλο τι ει μηΤο πέρασμα στην άλλη πλευρά τούκαθρέφτη,του δήλωσε,Καθώς φάνηκε για μια στιγμή πως η νύχταΔεν ήθελε πλέον να υπάρξει – ένα οριστικόαυγερινό φωςείχε επικαθήσειστη σκάλα που οδηγούσεΣτους ορόφους, εκ δεξιών αυτής στεκότανεΟ ένας και εξ αριστερών ο άλλος, ως εάνΗ κλίμακα που βυθιζότανε σε ύψοςΝα ήταν όχι άλλο τι απ’ τον αιώνιομητροπολιτικό καθρέφτητης δημιουργίαςανάμεσά τους,Ενώ ο πρωτότοκοςΦάνηκε να μην παίρνει στα σοβαράΤα λόγια του σωσία του, Ντράγκο,του αντέτεινε,Η ομοιότητα είναι πλήρης τόσο πουΚαταλήγει πια ανομοιότητα, δεν μαςείναι εύκολο πάντανα ξέρουμεΑν είμαστε δεξιά ή αριστερά τουΣύμπαντος, όσο βέβαια δύσκολοείναιΝα έχουμε ιδέα για το ποιο το πάνωΚαι ποιο το κάτω, καταμεσής τούαστρικούδιαστήματος,Είμαστε, Ντράγκο, για αυτό, συνέχισε οΠρωτότοκος, οι αιχμάλωτοι του πρώτουκόσμουέτσι όπως κάποτε εφάνη εν αρχή,Εν αρχή ήταν το όμοιο, φάνηκε να θέλειΝα εξηγήσει στον σωσία του ευρισκόμενοςσε ευχάριστηνοητική έξαψη,Και αμέσως το όμοιο χωρίστηκε σε τόσαΌμοια μεταξύ τους ώστε από μόνο τουαυτό κατέστη μιατέτοια ανομοιότητα,που λογικά θα οδηγούσεΣτο τέλος του χρόνου πάλι στο όμοιοΜόνο που μας φαίνεται πια τόσο ανοίκειοόπως εγώ κι εσύ,Που απορρέοντας από την ίδια ταραχήΕκείνη που φυγάδευσε τον νου μαςκάποτε από τονπαράδεισοΕίμαστε ορισμένως οι από παλιά αντίπαλεςΌψεις του θεού μέσα στον παγετό τούανθρώπουΠου αν και ίδιοι τόσο, είμαστε γι’ αυτόΟι υπέρτατοι ξένοι, το κρίμα των αιώνωνΜα δες, ωσάν τον Νάρκισσο στη Λίμνη,Εισήλθαμε κάποτε μ’ ελευθερία σεισμικήΣτα παγωμένα νερά του καθρέφτηΞεχάσαμε όμως να τραβήξουμεκαι τον εαυτό μας μέσα,Ντράγκο,Ξεχάσαμε τον εαυτό μας απάνω καιΑς είμαστε εδώ, σε μια κρύπτη ονείρουπου καλύπτοντάς μας,ανέτοιμουςμας εμφανίζειΣτην απατηλή θάλασσα, είμαστε όμοιοιΚι ωστόσο τόσο διαφορετικοί, α, μάλλονεναντιοδρομούμεστα παρασκήνιατων εαυτών μας,Δεν ξέρουμε αν κάποτε θα βγούμε απ’ τονΚαθρέφτη,Όμως δεν ξέρουμε εξίσου ποιος απ’ τουςΔυο μαςείναι ο αληθινόςΠοιος απ’ τους δυο μας είν’ ο δικαιούχοςΤου ενός και μόνον εαυτού,είπε ο πρωτότοκοςΣπεύδοντας αμέσως μία παρατήρησηΝα κάνει για τον τρόπο που διένεμεο ρεσεψιονίστΤα αφημένα παλτά και τις καμπαρντίνεςΠαραπλεύρως της κοιμισμένης φωτιάςκαι αποσύρθηκε στο δωμάτιό τουΠου είναι αλήθεια ότι δύσκολαΕντοπιζόταν πλέον ανάμεσαΣτα ετοιμόρροπα σεληνιακά δώματαΤης προϊστορίας