Περιγραφή “Λιωμένος” είναι ο χρόνος που δεν αναπτύσσεται ευθύγραμμα. Αυτός που αρνείται πεισματικά κάθε έννοια κανονικότητας. Αυτονομείται λοιπόν τις νύχτες και ξεχύνεται ρευστός μέσα από τα ρολόγια, στα χέρια μας και στο πάτωμα, αναζητώντας τα βήματα που μας έφεραν κάποτε εδώ. Τότε οι παλιές εικόνες του μυαλού ζωντανεύουν: Λησμονημένα παράπονα, ενοχές, όνειρα αχνά που πέθαναν αξημέρωτα, διαψεύσεις, απωθημένες επιθυμίες-πληγές, οικείες μορφές, ζητούν το δικό τους μερτικό στην αλήθεια μας. Είναι εικόνες σαν σχισμένα πανιά μεσοπέλαγα. Σαν παντιέρες της πιο αποτυχημένης εξέγερσης. Ποιος θα μπορέσει ποτέ να νικήσει τον χρόνο, Η ποίηση είναι το μόνο καταφύγιο: Το χάρτινο βασίλειο των λέξεων.Λιωμένος χρόνοςIΣτάλα τη στάλα στη σιωπή λιωμένος χρόνοςμε χίλιες δυο μικρές σταγόνες σκόρπια δάκρυαπώς μουρμουρίζει, πώς υφαίνει, πώς ξηλώνειπώς στην καρδιά μου με κεντά κι ύπνο δενέχω πια.Ανάγκη πάντα να βαδίζεις, τραγουδούσεανάγκη να ξεχνάς και να μη νοιάζεσαιπέτρες κι αγκάθια μυτερά να μη φοβάσαιγκρεμούς που χάσκουν μοναξιά, όνειρα αλλόκοτα.Κι εγώ που μήτε ρώτησα πού πάωμήτε τον κάματο μετρούσα, όταν μάτωνα,μπροστά τραβούσα σαν ανύποπτο παιδάκιακολουθώντας τα πουλιά και τ' άσπρα σύννεφα.Στάλα τη στάλα στη σιωπή λιωμένος χρόνοςλιωμένο παγωτό στην πίσω σκάλα μαςαχνά γελάκια, κουβεντούλες και πειράγματακι η μάνα μας σαν ίσκιος να περνάει.IIΛιωμένος χρόνος να κυλάαπ' τα ρολόγια μουαπ' τις κλεψύδρες σιωπηλάδροσιά στο χώμαπώς πορευτήκαμε στη γηποιοι τάχα γίναμεπώς μεγαλώνουν τα παιδιάχλωρά κλωνάριακι η μουσική πάντα βραχνήχορδές που τρίζουνεθρηνολογούν στα τάστα φλέγονται,σπιθίζουντην ώρα που τα φώτα ξελιγώνονται,θολές κηλίδες στη σκηνή,-θα μας αντέξει,-για πόσο ακόμα, κάπου εδώπότε θα φύγουμεποιος το «εδώ» ή το «αλλού», τάχα ορίζει,Λιωμένα χρώματα στη γηλευκοί οι πίνακεςπρόσωπα τόσο μακρινά ·όλα σαν ψέμααπελπισμένες αγκαλιές, δάχτυλα πήλιναάνοστα κι άχρωμα φιλιάβαθιά στη λήθη.ΙΙΙΛιωμένος χρόνος είναι ο χρόνος που κυλά,που χάνεται μεμιάς, που επιστρέφειπου στάζει σαν βροχούλα στο παράθυρο.(Τινάζεις την ομπρέλα στο χαλάκιμουσκεύει το κορμί σου ως το κόκαλοβήχεις, φταρνίζεσαι τρελά,ανατριχιάζεις.)Είναι ο χρόνος που λιμνάζει μες στον ύπνο σουβρέχεις τα πόδια, πλατσουρίζειςδε σε νοιάζει.Είσαι ακόμα δεκαοχτώ, κι ο κόσμος όλος σου γελάείναι δική σου απ' το πρωίη κάθε μέρα.Λιωμένος χρόνος είναι ο χρόνος που σε γέλασεπου σ' είπε παραμύθια πριν να σβήσειπου σ' εξαπάτησε οικτρά, σε καταλήστεψεσ' άφησε μόνο σου στα βράχια ν' αγναντεύειςτο μοβ, το μαύρο του βυθού, τα σκόρπια ξύλα σουκι ούτε ένα τοσοδά φτερό-πανί να φέγγει.Λιωμένος χρόνος είναι αυτός που δε σε χόρτασεο χρόνος που σπατάλησες γελώνταςο χρόνος που σου λείπει, που νοστάλγησεςαυτός που σ' άφησε σοφό,έρημο, μόνο.