Περιγραφή Έρχεται η μοίρα και σε παίρνει από το χέρι. Σε παίρνει και σε γυρνάει σ' ερήμους και βουνά, σε θάλασσες και σε ποτάμια, σαν φύλλο ξερό του φθινοπώρου που πέφτει ήσυχα στη γη, σαν φτερό ανάλαφρο που το φυσούν οι άνεμοι και χάνεται για πάντα. Σε παίρνει και σε κάνει πάλι μικρό παιδί με τη σφεντόνα στο χέρι, να παραφυλάς τον μικρό κότσυφα πάνω στο κλαδί και να του στέλνεις ένα μικρό στρογγυλό βότσαλο ίσια στη μικρή στέλνεις ένα μικρό στρογγυλό βότσαλο ίσια στη μικρή καρδούλα του. Σε παίρνει και σε πάει εκεί και σου δείχνει πώς ξεψυχάει ένας μικρός, μικρούλης κότσυφας, κι εσύ κλαις χωρίς να ξέρεις το γιατί. Σε βάζει να κοιτάς τ' αστέρια τις νύχτες, καθώς η θάλασσα λαμπυρίζει ήσυχη κάτω από τα φώτα τους, κι εσύ κλαις χωρίς να ξέρεις το γιατί. Κι εκείνη εκεί η μανία να φτάσεις με το βλέμμα σου στον βυθό τ' ουρανού, άλλο δεν είναι από τη μοίρα σου, τη μοίρα που ετοίμαζε τη χαρά και τον πόνο μιας ολόκληρης ζωής, τη χαρά και τον πόνο μαζί... Ένα νοσταλγικό ελεγείο για τα χρώματα, τα αρώματα, τις εικόνες, που θησαυρίζει καθένας μέσα του με τα χρόνια. Μια δραματική κραυγή για την απίστευτη καταδρομή του χρόνου που ακρωτηριάζει όνειρα, ελπίδες, προσδοκίες.