Περιγραφή [...] Η "Ιστορία της ελληνικής επανάστασης" του Φιλήμονα η πολυτιμότατη έμεινε ατελείωτη. Του Σπηλιάδη τ' "Απομνημονεύματα" έμειναν ατελείωτα. Του Μάμουκα η έκδοση έμεινε ατέλειωτη. Τα Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, το μόνο κρατικής πρωτοβουλίας έργο, έμεινε ατελείωτο. Το αρχείο του Ιερού Αγώνα πουλήθηκε σε δημοπρασία από το ίδιο το Κράτος, και ό,τι γλίτωσε από το χαμό μένει κι αυτό ανέκδοτο. [...] Αλλά πράγμα παράξενο, το χειρόγραφο του Κασομούλη δεν είχε καμιά περιπέτεια, και δεν έτρεξε κανέναν κίνδυνο, ως που να τ' αποχτήσω. Τέτοιο όμως ατίμητο ιστορικό διαμάντι δεν είχε το Κράτος πάλι χρήματα να τ' αγοράσει, και τ' αγόρασα από τα δικά μου τα υστερήματα. [...] Ό,τι δε φαντάστηκε κανείς, Έλληνας είτε ξένος ιστορικός μελετητής, ο Κασομούλης το φαντάστηκε, και τόκαμε έργο, και τούδωσε ζωή, ο συγγραφέας των "Στρατιωτικών Ενθυμημάτων". Αφού τελείωσε τη μακρότατη έκθεση των όσων είδε και έπραξε, από τον πρώτο χρόνο της επανάσταση ως τον ερχομό του βασιλέα Όθωνα, δε στάθηκε ικανοποιημένος από τους κόπους του τους πνευματικού -και ήταν, αλήθεια, κόποι φοβεροί, γιατί ο συγγραφέας δεν έγραφε τη γλώσσα που μιλούσε, αλλά την άλλη τη δασκάλικη, που δεν την ήξερε από το σχολείο, παρά κουτσά-στραβά την έμαθε σε την "πράξη"- αλλά πέταξε πίσω, με το νου, στα χρόνια τα προομηρικά, τ' αρματωλικά, τα χρόνια που σπείρανε, κρυφά δουλέψαν, και θρέψανε και μεγαλώσανε γιγάντιο το εικοσιένα. Και δεν ήταν απλή φαντασία, αλλά σκέψη βαθειά, και άξια να τιμήσει μεγάλον ιστορικό συγγραφέα, το ότι ο Ν. Κασομούλης έκρινε, με την αυτόφυτή του κρίση, ως ανάγκη υπέρτατη να βάλει στο έργο του όχι κανένα "τηλαυγές μέτωπον" ρητορικό, αλλά κεφαλή με νου σοφό γεμάτη, την ιστορία του αρματωλισμού, τη στρατιωτική ιστορία των χρόνων της Σκλαβιάς. [...] (απόσπασμα από την εισαγωγή τού Γιάννη Βλαχογιάννη στην έκδοση του 1939)