Μια νύχτα του καλοκαιριού που κοιμήθηκα στ' αλώνια. Ο άνεμος που βούιζε στο παράθυρό μου. Το χωμάτινο σπιτάκι που έχτισα στην πίσω αυλή. Τα χιλιάδες μανουσάκια, που ανθίζανε την άνοιξη γύρω από το σπίτι μας. Ο επιτάφιος, τα κορίτσια με τις κατάλευκες κορδέλες, το πανηγύρι τ' Αη-Γιιανιού, ο Αύγουστος. Ένα αρνάκι που μεγάλωνα κι η θάλασσα που δεν είχα δει. Ο Παπα-Χαράλαμπος, οι εσπερινοί, οι γυναίκες με τα μαύρα μαντήλια. Το άρωμα της αλεσμένης ελιάς, το αλεύρι, η μάνα μου που άναβε το φούρνο. Η θεια μου με τα παράξενα παραμύθια... Όλα ετούτα, γινήκανε κι αυτά παραμύθι ύστερα από τόσα χρόνια. Για να ξυπνάνε οι μνήμες, όπως ξυπνάνε τον ήλιο, τα πουλιά της αυγής.