[...] Εκ των ανωτέρω καταφαίνεται ότι ο σκοπός της εκκλησιαστικής εικονογραφίας δεν είναι η αποτύπωσις και παράστασις των ορατών και αντιληπτών τοις πάσι χαρακτήρων των εικονιζομένων προσώπων ή πραγμάτων, ως πράττει η νατουραλιστική τέχνη, αλλ' η έκφρασις δι' ορατών χρωμάτων και σχημάτων της ανέκφραστου πραγματικότητος του πρωτύπου. Διότι ημείς δεν σκοπούμεν τα βλεπόμενα, αλλά τα μη βλεπόμενα αιώνια. (Β' Κορ. 4,18). Συνεπώς και η εκκλησιαστική εικονογραφία υπ' αυτό το πρίσμα πρέπει να θεωρήται, δηλαδή ως επιδιώκουσα να κατοπρίση ημίν την αληθή εικόνα του αοράτου Δημιουργού και της αοράτου θείας χάριτος, της επισκιαζούσης τους Αγίους, η οποία και δύναται να εκχέεται εκ μετρίας καλλιτεχνικής αξίας έργου, ιστορηθέντος υπό αγίου τεχνίτου, βιούντος εντός της θείας χάριτος, να μη αναδίδεται δε υπό καλλιτεχνήματος τεχνουργηθέντος υπό σπουδαίου τεχνίτου αμοίρου της θείας χάριτος. [...] (Από τον πρόλογο του βιβλίου)